Τα ποιήματα εδώ μέσα είναι δικά του. Η πείνα έχει επιστρέψει και η κούραση πια δεν φεύγει και όταν σκέφτεται τον χρόνο πονάει.
Ο χρόνος έχει τελειώσει. Ο χρόνος τελειώνει όταν τελειώνουν οι άνθρωποι που θα σε έσωζαν. Ο χρόνος έχει τελειώσει.
Ο πόνος.
Ανοίγει το βιβλίο. Χαϊδεύει τα γράμματα το λευκό στις σελίδες.
Τα γράμματα είναι δικά του. Ξεκίνησαν από το στυλό Bic στο τετράδιο και τυπώθηκαν με όμορφο μελάνι στο όμορφο χαρτί και διαβάστηκαν, και άνθρωποι δάκρυσαν. Όχι πολλοί άνθρωποι, αλλά αρκετοί.
Σφίγγει το βιβλίο στην αγκαλιά του το φιλάει με τους χτύπους της καρδιάς του.
Ξέρει. Ξέρει τι συμβαίνει όταν ένας ποιητής πλένει την ψυχή σου. Και αυτό τον παρηγορεί. Ψιθυρίζει λοιπόν στους ανθρώπους που τον διάβασαν
να πάνε σε όμορφα μέρη να κάνουν έρωτα σε γενναιόδωρες γυναίκες να δημιουργήσουν ιστορίες με τις ιστορίες τους και να παίξουν, να παίξουν, να παίξουν ώστε να παίζει κι αυτός μαζί τους.
Χαμογελάει. Λίγο χρώμα από το εξώφυλλο έχει ξεβάψει πάλι στα χέρια του.
Όταν η πείνα, η κούραση, ο χρόνος πεθάνουν εκείνος θα βλέπει όσα η πείνα, η κούραση, ο χρόνος έκρυβαν.
Και θα είναι. Εδώ. Άκου. Σε παρακαλώ, πήγαινε τον κάπου όμορφα.
___
Το παραπάνω ποίημα περιλαμβάνεται στη συλλογή ΕΔΩ (εκδόσεις Πασιφάη).